Κλιματική αλλαγή και ανησυχία

Από την Πέννυ Μπατζιάκη


Το άγχος για το κλίμα, μια αυξανόμενη ανησυχία στον σημερινό κόσμο, είναι μια ψυχολογική αντίδραση στις αυξανόμενες προκλήσεις που θέτει η κλιματική αλλαγή, ειδικά η αγωνία για ακραία γεγονότα όπως η πλημμύρες και άλλες καταστροφές που σχετίζονται με το κλίμα. Καθώς οι συνέπειες της περιβαλλοντικής υποβάθμισης καθίστανται ολοένα και πιο εμφανείς, άτομα και κοινότητες βιώνουν αυξημένα επίπεδα άγχους και αγωνίας.

Η επιστημονική βάση της κλιματικής ανησυχίας έχει τις ρίζες της σε υπαρκτές απειλές που αντιμετωπίζει ο πλανήτης μας. Στη διάρκεια του περασμένου αιώνα, οι ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως η καύση ορυκτών καυσίμων και η αποψίλωση των δασών, επιτάχυναν την αύξηση των αερίων του θερμοκηπίου, οδηγώντας στην υπερθέρμανση του πλανήτη και σε συχνότερα ακραία καιρικά φαινόμενα, συμπεριλαμβανομένων των πλημμυρών στη Θεσσαλία τον Σεπτέμβριο του 2023, όπως και του Ευρωπαϊκού καύσωνα τον Ιούλιου του ίδιου έτους. Ως επακόλουθο τέτοιων φαινομένων προκαλούνται διαταραχές στα οικοσυστήματα, τις προμήθειες τροφίμων και τις κοινότητες, οι οποίες μπορούν να δημιουργήσουν ένα βαθύ αίσθημα αδυναμίας, φόβου, ιδιαίτερα σε όσους ζουν σε ευάλωτες περιοχές.

Το άγχος, η αγωνία και ο φόβος απέναντι στην κλιματική αλλαγή δεν σχετίζονται ωστόσο μονάχα με την πιθανότητα ενός ακραίου φαινομένου αλλά και με τις κοινωνικό-οικονομικές επιπτώσεις που αυτό μπορεί να έχει σε όσους επηρεαστούν από αυτό. Θύματα πλημμύρας θα αναγκαστούν να κάνουν επιζήμιες επισκευές στις οικίες τους, θύματα πυρκαγιάς ενδεχομένως να χρειαστεί να αλλάξουν περιοχή κατοικίας, ενώ ακόμη και αυτοί που ενδεχομένως να μην επηρεαστούν άμεσα θα πρέπει να λάβουν προληπτικά μέτρα για την αντιμετώπιση ακραίων φαινομένων μελλοντικά. Η αντιμετώπιση της κλιματικής ανησυχίας θα πρέπει να βασίζεται επομένως στον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής και στην κατάλληλη προετοιμασία απέναντι σε ακραία φαινόμενα.

Οι προσπάθειες για την άμβλυνση του κλιματικού άγχους θα πρέπει να βασίζονται στην επιστημονική έρευνα και στις αρχές της βιωσιμότητας. Με τη διάδοση ακριβών πληροφοριών σχετικά με την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της, μπορούμε να δώσουμε στα άτομα τη γνώση για να καταπολεμήσουν το άγχος τους, συμπεριλαμβανομένων στρατηγικών για την προετοιμασία και την προσαρμογή σε ακραία γεγονότα. Οι δημόσιες και ιδιωτικές πρωτοβουλίες, όπως τα σχέδια αντιμετώπισης καταστροφών και κλιματικής ανθεκτικότητας, οι περιβαλλοντικές, κοινωνικές και διοικητικές πρακτικές (ESG) και τα σχέδια διαχείρισης της κλιματικής αλλαγής (ΕΠΣΚΑ), αποτελούν βασικά εργαλεία για την αντιμετώπισης της κλιματικής ανησυχίας και την δημιουργία βιώσιμων λύσεων.

Τέλος, η αντιμετώπιση της κλιματικής ανησυχίας σε ατομικό επίπεδο, μπορεί να σχετίζεται με τις προσπάθειες που ο καθένας μας κάνει για την άμβλυνση της κλιματικής αλλαγής. Με απλές καθημερινές συνήθειες όπως η ανακύκλωση, η επαναχρησιμοποίηση και η επιλογή βιωσιμότερων μεσών ταξιδιού και μεταφοράς, το αίσθημα του άγχους και η ανησυχία για την διαβίωση των μελλοντικών γενεών μπορεί να μετριαστεί.

Εισαγωγή στην αρχή της μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης και στον έλεγχο βιωσιμότητας

Από τον Γιώργο Τέντε

Η Έκθεση Ελέγχου Βιωσιμότητας συμπληρώνει τον φάκελο μιας επένδυσης και αποσκοπεί στην τεκμηρίωση του περιβαλλοντικού προφίλ του επενδυτή και του επενδυτικού σχεδίου, καθώς και στη συμμόρφωσης του επενδυτικού σχεδίου με τη σχετική ενωσιακή και εθνική περιβαλλοντική νομοθεσία.

Δίνεται έμφαση στην κλιματική, περιβαλλοντική και κοινωνική προστασία. Αυτό απαιτεί εξέταση των δυνητικών επιπτώσεων μιας επένδυσης στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, στην προσαρμογή σε ένα μεταβαλλόμενο κλίμα, στην κοινωνία και στα διάφορα στοιχεία του φυσικού κεφαλαίου: αέρας, νερό (γλυκό και θαλάσσιο), γη και βιοποικιλότητα.

Η επιχειρηματολογία περιλαμβάνει επίσης την εξέταση μέτρων μετριασμού για τη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, καθώς και την εξέταση ευκαιριών βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιδόσεων της επένδυσης.

Η αρχή της μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης είναι μία από τις νεότερες αρχές της ΕΕ που πλαισιώνει το κεκτημένο της ΕΕ (από το 2021). Βασίζεται στην ιδέα ότι, πέρα από την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και την περιβαλλοντική αδειοδότηση, κάθε επένδυση δεν πρέπει να επιβαρύνει τους περιβαλλοντικούς στόχους της Ευρώπης.

Συνοπτικά, η έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της αρχής DNSH εξετάζει τα ακόλουθα:
Εξαιρούμενες δραστηριότητες στο πλαίσιο του ΤΑΑ και της Πράσινης Συμφωνίας
Συμμόρφωση με την εθνική και κοινοτική νομοθεσία
Να μην βλάπτονται σημαντικά τους 6 περιβαλλοντικούς στόχους της ΕΕ.
Στοιχεία συμμόρφωσης και σχετικές δηλώσεις συμμόρφωσης.